³έρος̯³ριά̍, ˆφηβος̯·̠, “ερμανός̯¯δα̍, (Dad girl), œεγαλύτερος̯·̍, œπαμπάκας̍, ³άλα̍, ιάτα̠ºαι̠³ηρατειά̍

Ãχετικές̠äαινίες̍

Οι Πρόσφατες Αναζητήσεις